Η σχέση μεταξύ ποιότητας ζωής και επιχειρηματικότητας έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον τόσο της ακαδημαϊκής κοινότητας, όσο και διεθνών φορέων, υπεύθυνων χάραξης πολιτικής και προσώπων διεθνούς κύρους, όπως και του επιχειρηματικού κόσμου.
Η επιχειρηματικότητα αποτελεί ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο που έχει συνδεθεί με την εκκίνηση και το μετασχηματισμό μιας πρωτοβουλίας, ιδέας, οράματος σε ένα επιχειρηματικό εγχείρημα ή αλλιώς με τη δημιουργία αξίας μέσω της συγκέντρωσης πόρων για την εκμετάλλευση μιας ευκαιρίας. Υπάρχει πληθώρα ορισμών που εστιάζουν σε διαφορετικές διαστάσεις της έννοιας της επιχειρηματικότητας, αναδεικνύοντας την πολυσημία του φαινομένου και το γεγονός ότι αποτελεί ένα δυναμικό και διαρκώς εξελισσόμενο πεδίο μελέτης, αλλά και μια καθημερινή πρακτική.
Η διαδικασία ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας περιλαμβάνει ένα σύνολο από δραστηριότητες που αφορούν στην αξιολόγηση μιας ευκαιρίας, στον ορισμό μιας επιχειρηματικής ιδέας, στην αξιολόγηση και απόκτηση των απαραίτητων πόρων, καθώς και στη διαχείριση και απόδοση του εγχειρήματος. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα τελευταία χρόνια, έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στις δεξιότητες που σχετίζονται με την επιχειρηματική συμπεριφορά, όπως και με την συγκρότηση ενός συνολικότερου τρόπου σκέψης, ο οποίος διευκολύνει την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας.
Σχήμα 1: Ο τροχός των επιχειρηματικών ικανοτήτων, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Επιχειρηματικών Ικανοτήτων (EntreComp)
Πηγή: European Commission. https://ec.europa.eu/social/main.jsp?catId=1317 |
Το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Επιχειρηματικών Ικανοτήτων (EntreComp) αναπτύχθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2016 σε συνεργασία με την επιστημονική κοινότητα. Το πλαίσιο αναφοράς, ορίζει τι σημαίνει επιχειρηματική νοοτροπία, περιγράφοντας γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις που χρειάζονται οι άνθρωποι για να επιδεικνύουν επιχειρηματικό πνεύμα και να είναι σε θέση να δημιουργούν οικονομική, πολιτιστική ή/και κοινωνική αξία μέσω των εγχειρημάτων που αναλαμβάνουν. Το EntreComp προσδιορίζει 15 ικανότητες σε τρεις βασικούς τομείς: ιδέες και ευκαιρίες, ανάληψη δράσης και πόροι. |
Η σημασία που έχει δοθεί στην επιχειρηματικότητα αναδεικνύεται και από το γεγονός ότι διεθνείς φορείς έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη δημιουργία έγκυρων δεικτών ώστε να μπορούν να συγκρίνονται στοιχεία από διαφορετικές χώρες επιτρέποντας στους αναλυτές και τους σχεδιαστές πολιτικής να καταλαβαίνουν καλύτερα τους παράγοντες που επιδρούν στην εκδήλωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αλλά και στα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις που έχει στην οικονομία και την κοινωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Πρόγραμμα Δεικτών Επιχειρηματικότητας (Entrepreneurship Indicators Programme-EIP) του ΟΟΣΑ[1] όπως και το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Επιχειρηματικότητα (Global Entrepreneurship Monitor-GEM)[2].
Πολλοί θεωρούν αδιαπραγμάτευτη την καταλυτική επίδραση της επιχειρηματικότητας στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων, θεωρώντας ότι η επιχειρηματικότητα αποτελεί βασικό πυλώνα της οικονομικής, τεχνολογικής και κοινωνικής ευημερίας και ανάπτυξης. Στον αντίποδα, άλλοι επισημαίνουν ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα μπορεί να επιτείνει ή/και να δημιουργήσει προβλήματα εμποδίζοντας την μακροπρόθεσμη ευημερία των ανθρώπινων κοινωνιών και του πλανήτη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναδεικνύεται η ανάγκη να επανεξετάσουμε και να επαναπροσδιορίσουμε την κοινωνική προστιθέμενη αξία των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων για την κοινωνία.
Bασικοί άξονες πάνω στους οποίους μπορεί να στηριχθεί ο κοινωνικός ρόλος των επιχειρηματικότητας για να υπάρχει θετικός αντίκτυπος στην κοινωνία είναι οι ακόλουθοι:
η επιδίωξη της μεικτής αξίας σε οργανωσιακό επίπεδο, με επίκεντρο την εξισορρόπηση της δημιουργίας οικονομικού, κοινωνικουύ και περιβαλλοντικού οφέλους.
Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, ενδεικτικό παράδειγμα της ανάδειξης του κοινωνικού ρόλου της οικονομικής και επιχειρηματικής δράσης αποτελεί τόσο η προβολή που έχει λάβει η έννοια της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης όσο και αυτή της Βιώσιμης Ανάπτυξης. Σε σχέση με το τελευταίο, εύλογη είναι η σύνδεση της επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης με πολλούς από τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (βλ. Σχήμα 2), στα πλαίσια της Ατζέντας 2030 για την Βιώσιμη Ανάπτυξη, η οποία υιοθετήθηκε από τον ΟΗΕ το 2015 και την οποία η Ε.Ε. έχει δεσμευτεί πλήρως να υλοποιήσει[3].
Σχήμα 2: Οι 17 Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης
Πηγή: Ελληνική Στατιστική Αρχή. https://www.statistics.gr/sdgs
Ειδική μνεία σε συναφή ζητήματα γίνεται μάλιστα στο στόχο 8 που αναφέρεται στην αξία της προώθηση της διαρκούς, χωρίς αποκλεισμούς και βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης, μέσω της πλήρους και παραγωγικής απασχόλησης και της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους.
Ο διαχωρισμός μεταξύ διαφορετικών τομέων της οικονομίας (ιδιωτικός vs δημόσιος) σταδιακά δεν αρκούσε για να περιγραφεί η ποικιλία των οργανωσιακών μορφωμάτων που αναδύονταν στα σύγχρονες κοινωνίες. Διάφορες οργανώσεις και άλλες μορφές συλλογικών δράσεων, με κοινωνικό συνήθως σκοπό, αλλά και οικονομικό αντίκτυπο, χρειαζόταν κάπως να προσδιοριστούν και να ενταχθούν σε ένα σχήμα κατανόησης που να συνάδει με τις βασικές αρχές που προσδιοριζόταν και γινόταν κατανοητή η οικονομική δραστηριότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο εμφανίστηκαν δυναμικά στο δημόσιο διάλογο, επιστημονικό και μη, όροι όπως «κοινωνική οικονομία», «κοινωνικές επιχειρήσεις» και «κοινωνική επιχειρηματικότητα», «αλληλέγγυα οικονομία», επιχειρήσεις του «τρίτου τομέα» κτλ. Ένας βασικός λόγος που τις τελευταίες δεκαετίες ασχολούμαστε όλο και περισσότερο με αυτά τα οργανωσιακά μορφώματα δεν είναι γιατί εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια για πρώτη φορά, αλλά γιατί αναπτύχθηκε, κυρίως σε θεσμικό και πολιτικό επίπεδο, η προσδοκία ότι μέσω αυτού του «τρίτου» τομέα της οικονομίας θα καταφέρουμε να βρούμε λύσεις σε καίρια κοινωνικά ζητήματα που απασχολούν τις σύγχρονες κοινωνίες (π.χ. κοινωνικός αποκλεισμός, φροντίδα ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, ένταξη στην απασχόληση κτλ.). Έτσι, η επιχειρηματική δραστηριότητα εντάχθηκε στον ευρύτερο διάλογο περί βιώσιμης ανάπτυξης και οι επιχειρήσεις αναδείχθηκαν ως κρίσιμοι παράγοντες στην προσπάθεια να αντιμετωπιστούν επείγοντα κοινωνικά ή/και περιβαλλοντικά ζητήματα.
Σχήμα 3: Ο Τρίτος Τομέας και το τρίγωνο της ευημερίας
Πηγή: V. Pestoff, ‘Hybridity, coproduction, and third sector social services in Europe’, American Behavioral Scientist, 58(11), 2014, σ. 1414.
Στο παραπάνω σχήμα (βλ. Σχήμα 3) απεικονίζεται η σχέση μεταξύ των διαφορετικών τομέων της οικονομίας. Όπως βλέπουμε, τοποθετείται ο τρίτος τομέας στο κέντρο ανάμεσα στο κράτος, στην κοινωνία και στην αγορά. Στις παρειφές του τρίτου τομέα, μεταξύ κράτους και κοινωνίας διαχωρίζονται τυπικές και άτυπες μορφές οργανισμών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας και στις παρυφές μεταξύ κράτους και αγοράς οι δημόσιες και ιδιωτικές πρωτοβουλίες, όπως και οι κερδοσκοπικές και μη-κερδοσκοπικές επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Με τον τρίτο τομέα δημιουργείται λοιπόν, σύμφωνα με αυτή τη λογική, ένας ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα στην αγορά, στο κράτος και στις κοινότητες, δίνοντας τη δυνατότητα για δημιουργική επίλυση κοινωνικών αναγκών και ζητημάτων.
Αυτή, ωστόσο, είναι μια προσέγγιση στην προσπάθεια να αποτυπωθεί η σύνθετη πραγματικότητα του τρίτου, όπως αποκαλείται, τομέα. Δεν υπάρχει μια καθολική συμφωνία στο πώς γίνεται αντιληπτό ό,τι ξεφεύγει από το δίπολο δημόσιος και ιδιωτικός τομέας, λαμβάνει διαφορετικό νόημα, ανάλογα με το πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο.
Στην Ευρώπη, σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στον προσδιορισμό του τρίτου τομέα ως μέρος ενός μείγματος κοινωνικής πρόνοιας ή μιας μεικτής οικονομίας της πρόνοιας, όπου ο τρίτος τομέας ενσωματώνεται σε ένα τριπολικό σύστημα της αγοράς, του κράτους και της κοινωνίας (άτυπες κοινότητες, ιδιωτικά νοικοκυρία κ.ο.κ.) και όχι ως ένας τρίτος πόλος σε αντιδιαστολή με τους άλλους δυο τομείς (κράτη και αγορές). Το παραπάνω σχήμα λοιπόν που απεικονίζει το τρίγωνο της ευημερίας ανταποκρίνεται σε μια περισσότερο Ευρωπαϊκή θεώρηση.
Πίνακας 1: Εννοιολογικές προσεγγίσεις του τρίτου τομέα
Πηγή: Σ. Αδάμ και Χ. Παπαθεοδώρου, ‘Κοινωνική οικονομία και κοινωνικός αποκλεισμός. Μια κριτική προσέγγιση’. Μελέτες, Αρ. 8, 2010, Παρατηρητήριο Οικονομικών και Κοινωνικών Εξελίξεων, Ινστιτούτο Εργασίας ΓΣΕΕ. |
Επιπλέον προκλήσεις θέτουν οι διαφορετικοί όροι που χρησιμοποιούνται. Σε μια προσπάθεια να διασαφηνίσουν τους σχετικούς όρους, οι Αδάμ και Παπαθεοδώρου (2010), βασιζόμενοι σε μια σύνθεση της σχετικής βιβλιογραφίας, παρουσίασαν στον πίνακα ορισμούς για τις έννοιες «αλληλέγγυα οικονομία», «κοινωνική οικονομία» και «μη κερδοσκοπικός τομέας». |
Μέσα από τις διαφορετικές επικεντρώσεις των παραπάνω ορισμών εμφατικά αναδεικνύεται ο πλουραλισμός που χαρακτηρίζει τον τρίτο τομέα και οι πολλαπλές αναγνώσεις που έχουν διατυπωθεί για τις σχετικές με αυτόν έννοιες.
Συνδετικός κρίκος όμως σε όλες τις προσπάθειες εννοιολόγησης είναι ο ευεργετικός αντίκτυπος που έχει στην κοινωνία, καθώς αποσκοπεί στην επίλυση κοινωνικών προβλημάτων ή/και την αντιμετώπιση κοινωνικών αναγκών μιας κοινότητας (όπως π.χ. η ανεργία ή η επισφαλής εργασία, ο κοινωνικός αποκλεισμός, οι διακρίσεις και ο ρατσισμός, η κλιματική αλλαγή ή η έλλειψη κοινωνικής συνοχής), συμβάλλοντας στην καλύτερη ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Μέσα από αυτό το πρίσμα, η κοινωνική επιχειρηματική δραστηριότητα θα μπορούσε γενικότερα να οριστεί ως κάθε είδος δραστηριότητας, οργάνωσης ή πρωτοβουλίας που έχει ιδιαίτερα κοινωνικό, περιβαλλοντικό ή κοινοτικό στόχο.
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις έχουν αναπτυχθεί από και εντός του τομέα της κοινωνικής οικονομίας, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ της αγοράς και του κράτους και συχνά συνδέεται με έννοιες όπως «τρίτος τομέας» και «μη κερδοσκοπικός τομέας».
Στην πραγματικότητα, οι ιδιαίτερες οργανωτικές μορφές που υιοθετούν οι κοινωνικές επιχειρήσεις εξαρτώνται από από τα υφιστάμενα νομικά πλαίσια, από την πολιτική οικονομία της παροχής κοινωνικής πρόνοιας και από πολιτισμικές και ιστορικές παραδόσεις της μη κερδοσκοπικής ανάπτυξης σε κάθε χώρα. Κατά συνέπεια, ο κοινωνικός τομέας των επιχειρήσεων σήμερα περιλαμβάνει τόσο νέες τυπολογίες οργανισμών όσο και παραδοσιακές οργανώσεις του τρίτου τομέα, οργανώσεις που αναδιαμορφώνονται από μια νέα επιχειρηματική δυναμική. Από την άποψη αυτή, η κοινωνική επιχείρηση δεν επιδιώκει να αντικαταστήσει τις έννοιες του μη κερδοσκοπικού τομέα ή της κοινωνικής οικονομίας. Αντίθετα, επιχειρεί να γεφυρώσει αυτές τις δύο έννοιες, εστιάζοντας στη νέα επιχειρηματική δυναμική των πολιτών.
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις είναι οργανισμοί που λαμβάνουν διαφορετικές νομικές μορφές και επιδιώκουν τόσο κοινωνικούς όσο και οικονομικούς στόχους με επιχειρηματικό πνεύμα. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις συνήθως ασχολούνται με την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών και υπηρεσιών ένταξης στην εργασία για μειονεκτούσες ομάδες και κοινότητες. Επιπλέον, κοινωνικές επιχειρήσεις συχνά επιδίδονται σε παροχή κοινοτικών υπηρεσιών, μεταξύ άλλων, στον εκπαιδευτικό, πολιτιστικό και περιβαλλοντικό τομέα.
Από μια διεθνή προοπτική, είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ένα σύνολο βασικών οικονομικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών που βοηθούν στον ορισμό των κοινωνικών επιχειρήσεων:
Η εμφάνιση των κοινωνικών επιχειρήσεων, και το φάσμα των αγαθών και υπηρεσιών που παράγουν, εξελίχθηκε στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων του κράτους πρόνοιας προς μια μεικτή οικονομία του ιδιωτικού, δημόσιου και τρίτου τομέα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι κοινωνικές επιχειρήσεις αναδείχθηκαν ως ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την υλοποίηση πολιτικών στόχων σε βασικούς τομείς της κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, την παροχή υπηρεσιών και την κοινωνική ένταξη.
Παροχή υπηρεσιών. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις μπορούν να δραστηριοποιούνται στην παροχή υπηρεσιών πρόνοιας σε συγκεκριμένες ομάδες ατόμων ή εντός μιας χωρικά καθορισμένης κοινότητας. Ο συμμετοχικός χαρακτήρας των κοινωνικών επιχειρήσεων παρουσιάζει διακριτά πλεονεκτήματα ως προς την ικανότητά του:
Κοινωνική ένταξη. Οι πρόσφατες μορφές κοινωνικών επιχειρήσεων διευκολύνουν την κοινωνική ένταξη μέσω της ενσωμάτωσης στο εργατικό δυναμικό περιθωριοποιημένων ατόμων (π.χ. μακροχρόνια άνεργοι, άτομα με αναπηρία, μειονότητες κ.λπ.). Συνδυάζουν την κατάρτιση και την ανάπτυξη δεξιοτήτων μέσω προσωρινής ή/και μόνιμης απασχόλησης σε μια επιχείρηση με κοινωνική διάσταση που δραστηριοποιείται στην αγορά. Ενώ η παροχή υπηρεσιών και η κοινωνική ένταξη παραμένουν οι κυρίαρχοι λόγοι για τη στήριξη των κοινωνικών επιχειρήσεων, ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τις κοινωνικές επιχειρήσεις μπορεί να αποτελέσει ένα βιώσιμο εργαλείο για την εδραίωση της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στο σχεδιασμό και την παροχή υπηρεσιών.
Ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις μπορούν να υποστηρίξουν την οικονομική και ρυθμιστική βιωσιμότητα των πρωτοβουλιών της κοινωνίας των πολιτών που αποσκοπούν στη στήριξη μειονεκτούντων ομάδων. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις μπορούν να συμβάλλουν στη στρατηγική των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για την κινητοποίηση της κοινότητας, να προωθήσουν την ενεργό συμμετοχή των πολιτών και να αναπτύξουν εταιρικές σχέσεις για κοινωνική καινοτομία.
Η κοινωνική οικονομία αποτελεί σημαντικό κοινωνικο-οικονομικό παράγοντα της ευρωπαϊκής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς. Υπάρχουν 2,8 εκατομμύρια επιχειρήσεις και οργανώσεις της κοινωνικής οικονομίας, από ΜΜΕ έως μεγάλους ομίλους της Ε.Ε. Η κοινωνική οικονομία είναι παρούσα σε όλους τους τομείς δραστηριοποίησης, απασχολεί 13,6 εκατομμύρια άτομα και αντιπροσωπεύει το 8% του ΑΕΠ της Ε.Ε.[4]
Στην Ευρώπη η κοινωνική οικονομία θεωρείται ότι περιλαμβάνει τη δραστηριοποίηση μιας ποικιλίας επιχειρήσεων και οργανισμών, όπως συνεταιρισμοί, αλληλασφαλιστικοί οργανισμοί, ενώσεις, ιδρύματα, ηθικές τράπεζες, κοινωνικές επιχειρήσεις, μεταξύ άλλων μορφωμάτων που χαρακτηρίζουν κάθε χώρα.
Αυτό που τις καθιστά μέρος της κοινωνικής οικονομίας είναι οι κοινές αξίες και τα χαρακτηριστικά που τις ενώνουν, όπως για παράδειγμα ότι βάζουν τους ανθρώπους πάνω από τα κέρδη, διοικούνται δημοκρατικά και επανεπενδύουν τα περισσότερα κέρδη. Στο παρακάτω σχήμα φαίνονται τα διάφορα οργανωσιακά μορφώματα που θεωρούνται ότι λειτουργούν στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας και τα βασικά προσδιοριστικά χαρακτηριστικά τους.
Σχήμα 4: Βασικοί τύποι οργανώσεων στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας
Πηγή: https://www.socialeconomy.eu.org/the-social-economy/
Παρόλο που η σημασία των κοινωνικών επιχειρήσεων έχει αναγνωριστεί από την Ε.Ε. και τα όργανά της, η ανάπτυξή τους συναντά σημαντικά εμπόδια, όπως επισημάνθηκε ήδη από το 2011 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν κατά κύριο λόγο δυσκολίες για την κάλυψη των αναγκών χρηματοδότησης... Οι περιορισμοί σχετικά με την ανακατανομή των κερδών ή την απασχόληση των ευάλωτων εργαζομένων δίνουν συχνά την εντύπωση στους πιστωτές ή στους δυνάμει επενδυτές ότι είναι επιχειρήσεις υψηλότερου κινδύνου και λιγότερο επικερδείς από άλλες ... Η πρόσβαση σε δημόσιους πόρους εξακολουθεί συχνά να παρεμποδίζεται από ιδιαίτερα άκαμπτα ή πολύ γραφειοκρατικά συστήματα... Το φαινόμενο αυτό ενισχύεται από τον χαμηλό βαθμό αναγνώρισης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Η έλλειψη διασύνδεσης μεταξύ φορέων διαφορετικών περιοχών ή διαφορετικών χωρών παρεμποδίζει τη διάδοση των ορθών πρακτικών, την οικοδόμηση εταιρικών σχέσεων και την εξεύρεση νέων διεξόδων.
Στα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα, η κοινωνική επιχειρηματικότητα εξακολουθεί να είναι υποτιμημένη, ενώ η ενσωμάτωσή της στην αρχική και συνεχή κατάρτιση αποτελεί προϋπόθεση για την αύξηση της αξιοπιστίας της. Ένας αυξανόμενος αριθμός νέων πτυχιούχων επιλέγει να εμπλακεί στην κοινωνική επιχειρηματικότητα, αλλά δεδομένου ότι είναι ελάχιστα γνωστή, η εμπειρία αυτή δεν εκτιμάται αρκετά στις παραδοσιακές επιχειρήσεις... Ως εκ τούτου, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το ρυθμιστικό περιβάλλον, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, δεν λαμβάνει πάντοτε επαρκώς υπόψη τις ιδιαιτερότητες των κοινωνικών επιχειρήσεων, ιδίως όσον αφορά τους κανόνες που διέπουν τις δημόσιες συμβάσεις ή τα υφιστάμενα καταστατικά.
Απόσπασμα από την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Πρωτοβουλία για την κοινωνική επιχειρηματικότηταΟικοδόμηση ενός οικοσυστήματος για την προώθηση των κοινωνικών επιχειρήσεων στο επίκεντρο της κοινωνικής οικονομίας και της κοινωνικής καινοτομίας» (COM/2011/0682 τελικό). https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=CELEX:52011DC0682
Οργανισμός Χρηματοδότησης της Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας (FACE, Γερμανία)
Ο FASE (βλ. https://fa-se.de/en/) είναι ένας ενδιάμεσος χρηματοπιστωτικός οργανισμός που παρέχει υβριδική χρηματοδότηση σε κοινωνικές επιχειρήσεις. Χρησιμοποιεί μια ιδιαίτερα προσαρμοσμένη, "deal-by-deal" προσέγγιση προκειμένου να σχεδιάζει καινοτόμα χρηματοδοτικά σχήματα που ανταποκρίνονται στις ανάγκες των κοινωνικών επιχειρήσεων και των επενδυτών που ενδιαφέρονται για τέτοιες επιχειρήσεις. Ο κύριος στόχος του FASE είναι να κινητοποιήσει κεφάλαια ανάπτυξης για κοινωνικές επιχειρήσεις που βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο, ώστε να μπορέσουν να επεκτείνουν τον αντίκτυπό τους.
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις που βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο αντιμετωπίζουν συχνά ένα στρατηγικό χρηματοδοτικό κενό, καθώς τα απαιτούμενα ποσά επενδύσεων τείνουν να είναι πολύ μεγάλα για τις ιδιωτικές δωρεές ή τις φιλανθρωπικές οργανώσεις και πολύ μικρά και επικίνδυνα για τους θεσμικούς κοινωνικούς επενδυτές. Αυτή η αποτυχία της αγοράς αποκαλείται συχνά «η κοιλάδα του θανάτου»: πολλές κοινωνικές επιχειρήσεις κινδυνεύουν να αποτύχουν πρόωρα απλά λόγω έλλειψης χρηματοδότησης.
Η Ashoka Γερμανίας εγκαινίασε τον FASE το 2013 για να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης κεφαλαίων, ώστε οι κοινωνικές επιχειρήσεις να είναι σε θέση να κλιμακώσουν τον αντίκτυπό τους. Ο FASE έχει δύο κύριες δραστηριότητες: αναπτύσσει νέα συνεργατικά μοντέλα χρηματοδότησης και προσφέρει μια λιτή, διαφανή διαχείριση συναλλαγών.
Αναλυτικότερα, ο FASE έχει αναπτύξει επτά μοντέλα συνεργατικής χρηματοδότησης, τα οποία μπορούν να κατανεμηθούν σε τρεις βασικές κατηγορίες: 1) προσαρμοσμένη χρηματοδότηση, 2) υβριδική συνεργασία και 3) καινοτόμος χρηματοδότηση.
Τα μοντέλα αυτά αναγνωρίζουν το γεγονός ότι πολλές κοινωνικές επιχειρήσεις επιλέγουν να λειτουργούν ως «διαρθρωτικά υβρίδια», με μη κερδοσκοπικές και κερδοσκοπικές θυγατρικές. Επιπλέον, ως έμπειρος χρηματοοικονομικός διαμεσολαβητής, ο FASE διασφαλίζει μια διαφανή, αξιόπιστη, καλά δομημένη και αποτελεσματική συναλλαγή τόσο για τις κοινωνικές επιχειρήσεις όσο και για τους δυνητικούς επενδυτές, προκειμένου να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη και να εξοικονομηθεί χρόνος, χρήμα και ταλαιπωρία για όλα τα μέρη. Τέλος, ο FASE διαδίδει όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις μπορεί, προκειμένου να σφυρηλατήσει μια εξελισσόμενη αγορά κοινωνικής χρηματοδότησης.
Μέχρι τις αρχές του 2017, ο FASE είχε ολοκληρώσει με επιτυχία 20 συναλλαγές, διοχετεύοντας περίπου 8 εκατ. ευρώ στον τομέα της κοινωνικής χρηματοδότησης και συμβουλεύοντας περίπου 200 κοινωνικές επιχειρήσεις σχετικά με τη φύση, τη διαδικασία και τις απαιτήσεις της άντλησης αναπτυξιακών κεφαλαίων. Είχε προσθέσει περισσότερους από 250 τρέχοντες και δυνητικούς επενδυτές ως μέρος του δικτύου του και είχε δημοσιεύσει πάνω από 30 μελέτες περιπτώσεων και εκθέσεις του κλάδου. Είχε συμβάλει επίσης σε άρθρα εφημερίδων, εκθέσεις του κλάδου και επιστημονικές εργασίες.
Πηγή: ΟΟΣΑ. https://www.oecd.org/publications/boosting-social-enterprise-development-9789264268500-en.htm
[1] Χρήσιμο υλικό και πληροφορίες σχετικά με τους επιχειρηματικούς δείκτες που χρησιμοποιούνται στον ΟΑΣΑ μπορεί να αναζητηθεί εδώ: https://www.oecd.org/sdd/business-stats/indicatorsofentrepreneurialdeterminants.htm
[2] Βλ. π.χ. εδώ: https://www.gemconsortium.org/
[3] Βλ. π.χ. https://ec.europa.eu/info/strategy/international-strategies/sustainable-development-goals_en
[4] Στο σύνδεσμο https://www.socialeconomy.eu.org/ περιλαμβάνονται πολύ χρήσιμες πληροφορίες, στοιχεία, πηγές και άλλο υλικό για την Κοινωνική Οικονoμία στην Ευρώπη.